Δευτέρα 6 Φεβρουαρίου 2012

Η Ελλάδα δοκιμάζει τα Ευρωπαϊκό μοντέλο
Τις πρώτες σελίδες της Ευρωπαϊκής οικονομικής ιστορίας του 21ου αιώνα γράφει πλέον η Ελλάδα, καθώς η χώρα μας αποτελεί πεδίο αμφισβήτησης των κεκτημένων, των κανόνων και των πρακτικών της Γηραιάς Ηπείρου, όπως έχουν διαμορφωθεί από τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες.
Η Ελλάδα καθίσταται το όχημα δοκιμασίας του Ευρωπαϊκού μοντέλου, καθώς, για την ανάκαμψή της, καλείται να ανατρέψει όλα τα έως σήμερα δεδομένα και να βρει την δική της συνταγή επιβίωσης, η πορεία της οποίας θα καθορίσει, το εάν θα παραμείνει στον σκληρό πυρήνα Ε.Ε. ή αν θα εκπέσει στην πρότερη Βαλκανική κατάσταση.
Οι ζυμώσεις που πραγματοποιούνται επί της Ελληνικής οικονομίας για την δημιουργία βιώσιμων επιχειρηματικών σχημάτων, την προσέλκυση των επενδύσεων και τη σωτηρία των εταιριών «προκαλούν» την έως τώρα πεπατημένη και, ανώτατοι κύκλοι της αγοράς, θεωρούν ότι θα λειτουργήσουν ως προπομπός στα Ευρωπαϊκά μελλούμενα, λόγω της διάχυσης της κρίσης του χρέους.
Όπως προφητικά έγραψε - εν μέσω των επεισοδίων της ψήφισης του Μεσοπρόθεσμου το καλοκαίρι - και ο ιστορικός, Μάρκ Μαζάουερ: «Είναι ίσως ταιριαστό που ένα από τα αρχαιότερα και πιο δημοκρατικά έθνη - κράτη της Ευρώπης βρίσκεται στην καινούργια εμπροσθοφυλακή, όσων θέτουν εν αμφιβόλω όλα αυτά τα επιτεύγματα. Γιατί είμαστε όλοι μικρές δυνάμεις τώρα, και για άλλη μια φορά η Ελλάδα πολεμάει στην πρώτη γραμμή του αγώνα για το μέλλον».
Οι Τηλεπικοινωνίες θα δοκιμάσουν τον Ανταγωνισμό
Στον κλάδο των Τηλεπικοινωνιών, η αγορά τελεί εν αναμονή της συγχώνευσης μεταξύ της Vodafone και της Wind, η συμφωνία της οποίας έχει, πρακτικά, ολοκληρωθεί μεταξύ των δύο μερών, έπειτα από αρκετούς μήνες διαπραγματεύσεων, που έλαβαν χώρα στο Λονδίνο ανάμεσα στο Largo Fund και τον πολυεθνικό όμιλο.
Εντός των επόμενων ημερών, προφανώς μαζί με την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων του Vodafone Group, αναμένεται να γνωστοποιηθεί η αποστολή του ογκώδους φακέλου της συμφωνίας στην Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Ε.Ε., όπου θα τεθεί υπό το εξαντλητικό «μικροσκόπιο» της ανάλυσης αγοράς των αρμοδίων υπηρεσιών.
Δεν είναι τυχαίο ότι εδώ και πολλούς μήνες σύσσωμη η αγορά των τηλεπικοινωνιών στην Ευρώπη αναμένει αγωνιωδώς τη συγκεκριμένη εξέλιξη, η οποία, εάν οδηγήσει στη συγχώνευση των δύο εταιριών, θα δημιουργήσει ένα προηγούμενο - «μπούσουλα» πιθανών μελλοντικών συγχωνεύσεων.
Η «δύναμη πυρός» των δύο εταιριών υπό τα υφιστάμενα σχήματα αποτελείται συνδυαστικά από 4.000 εργαζομένους, 800 καταστήματα, περίπου οκτώ εκατομμύρια συνδρομητές, τζίρο άνω των δυο δισ. ευρώ και μερίδιο αγοράς περίπου 52% στην κινητή τηλεφωνία και 25% στη σταθερή. Θα πρόκειται, δηλαδή, (στην περίπτωση που πάρει το «πράσινο φως») για έναν επιχειρηματικό φορέα, τα μεγέθη του οποίου νομοτελειακά θα οδηγήσουν σε σύγκρουση με τον ΟΤΕ, αλλά και θα δοκιμάσουν τον ανταγωνισμό και την ρύθμιση.
Κύκλοι με γνώση της υπόθεσης εξηγούν ότι δεν υπάρχει ιστορικό προηγούμενο σε άλλη αγορά κινητής μεσαίας χώρας να λειτουργούν δύο operator, αλλά ούτε και δομή όπως της Ελληνικής, με μερίδια 50% (COSMOTE), 30% (VODAFONE), 20% (WIND).
Σημειωτέον, πάντως, ότι η προηγούμενη Ελληνική εμπειρία από τις υπηρεσίες Ανταγωνισμού της Ε.Ε., δηλαδή η πρόταση συγχώνευσης Aegean Airlines - Olympic Air απορρίφθηκε ως «οιωνεί μονοπώλιο». Ωστόσο, ζητήματα ρύθμισης και ανταγωνισμού αναμένεται να εγείρει και η σχεδιαζόμενη συγχώνευση ΟΤΕ - COSMOTE, καθώς παρόλο που έχουν κοινό μέτοχο, ακόμη λειτουργούν ως ξεχωριστές εταιρίες και η ένωσή τους θα άλλαζε λογιστικά και ποιοτικά την κατάσταση.
«Πείραμα» η χρηματοδότηση των μεγάλων έργων
Πρόκληση και, παράλληλα, βήμα στο άγνωστο θα είναι και απόπειρα μόχλευσης πόρων από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ), μέσω ενός Μέσου Επιμερισμού του Κινδύνου (Risk Sharing Instrument), υπέρ των τεσσάρων από τα πέντε μεγάλα οδικά έργα, που κατασκευάζονται με συμβάσεις παραχώρησης και είναι «παγωμένα», λόγω της αναστολής της χρηματοδότησης από τις τράπεζες.
Και αυτό διότι ανάλογη περίπτωση μόχλευσης πόρων δεν έχει υπάρξει ποτέ στην Κοινοτική ιστορία και ήδη έχουν καταγραφεί διαφορετικές προσεγγίσεις για το ζήτημα τόσο μέσα στην κυβέρνηση όσο και στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Τα προτεινόμενα σενάρια εμπλοκής της ΕΤΕΠ προβλέπουν είτε την εξαγορά μεριδίων των δανειστριών τραπεζών ή την εγγυοδοσία, με χρήση πόρων του ΕΣΠΑ.
Όμως για να προχωρήσει οτιδήποτε, θα πρέπει η χώρα μας να κάνει έντονο lobbying, καθώς χρειάζεται αλλαγή των κανονισμών χρηματοδότησης και τροποποίηση του πλαισίου ανταγωνισμού, προκειμένου να μοχλευθούν οι πόροι από την ΕΤΕπ, χωρίς όλο αυτό να θεωρηθεί ως έμμεση επιδότηση. Έτσι, ένα μέτωπο της «μάχης» θα δοθεί στο Ευρωκοινοβούλιο.
Μέχρι στιγμής, το υπουργείο Υποδομών έχει απαντήσει στις παρατηρήσεις όλων των Διευθύνσεων της Ε.Ε που ετέθησαν και οι όποιοι προβληματισμοί έχουν καμφθεί σε μεγάλο βαθμό. Ωστόσο, υπάρχει εμπλοκή εκ μέρους της ΕΤΕπ, καθώς καταγράφηκαν κενά κι επιφυλάξεις, με την τράπεζα να ζητά περισσότερες διευκρινίσεις για την Ιόνια Οδό και τον Αυτοκινητόδρομο Αιγαίου.
Στην Ελλάδα, οι διαπραγματεύσεις για την επανεκκίνηση των έργων προχωρούν αρκετά καλά, καθώς βαίνουν προς επίλυση (σε δύο από τέσσερις παραχωρήσεις) οι εκκρεμότητες με τις τεχνικές αλλαγές των έργων, καθώς και οι διεκδικήσεις και προσφυγές στη διαιτησία, ενώ, ξαναγράφονται τα οικονομικά μοντέλα των έργων, διότι αυτά με τα οποία εκπονήθηκαν οι συμβάσεις τους, έχουν ξεπεραστεί από τις εξελίξεις.
Επίσης, γίνεται ξεκαθάρισμα του περιορισμού του κινδύνου των τραπεζών, αφού επίκεινται περικοπές στο τεχνικό κομμάτι, όπως το «κούρεμα» του Ε65 από την θέση Μουργκάνη έως την Εγνατία και της Ολυμπίας Οδού νοτίως του Πύργου, όμως αναμένονται οι σχετικές αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας, καθώς το υπουργείο Υποδομών δεν θέλει να πειράξει τη Σύμβαση Παραχώρησης.
ΕΟΖ, εργασιακά και distress funds
Η επενδυτική «φραγή», η κρίση αλλά και η αδυναμία των τραπεζών να χρηματοδοτήσουν τις επιχειρήσεις έχει δημιουργήσει «απόνερα», πρωτοφανή για χώρα της Ευρωζώνης και οδηγούν σε καταστάσεις πρωτόγνωρες για τη Δύση.
Μόνο το γεγονός ότι το υπουργείο Ανάπτυξης έχει ετοιμάσει φάκελο για να συστήσει Ειδικές Οικονομικές Ζώνες (ΕΟΖ) στην Ελλάδα και στελέχη του διαβουλεύονται με την Κομισιόν για το ζήτημα, σε άλλες εποχές θα είχε δημιουργήσει πολιτική κατακραυγή. Μάλιστα, κατά δήλωση του υφυπουργού Ανάπτυξης, κ. Θ. Μωραίτη, το άνοιγμα αυτού του διαλόγου για τις ΕΟΖ είναι «μια επιτυχία για τη χώρα».
Οι Ελληνικές ΕΟΖ σχεδιάζονται να παρέχουν ειδικό προνομιακό καθεστώς αδειοδότησης, χαμηλότερους φορολογικούς συντελεστές, νέους δικονομικούς κανόνες κτλ, ενώ κατηγορηματικά αποκλείεται οποιαδήποτε απορρρύθμιση των εργασιακών σχέσεων και των ασφαλιστικών δικαιωμάτων.
Αξίζει να σημειωθεί ότι καμία άλλη χώρα της Ε.Ε., πλην της Πολωνίας, η οποία είχε φτιάξει ΕΟΖ προτού εισέλθει στην Κοινότητα, δεν έχει θεσμοθετήσει τέτοιες ειδικές δικαιοδοτικές περιοχές και οι μόνες στην ευρύτερη περιοχή είναι αυτές της Τουρκίας και της Ρωσίας.
Επίσης, η χώρα μας είναι η πρώτη στην Ευρωζώνη που έχει προχωρήσει σε εσωτερική υποτίμηση με μειώσεις μισθών και επιδομάτων, χάριν της επιβίωσης των επιχειρήσεων και της ανταγωνιστικότητας. Μπορεί τα εν λόγω μέτρα να μην έχουν νομοθετηθεί επίσημα, όμως ντε φάκτο έχουν επιβληθεί από τους κανόνες της αγοράς.
Πρωτοφανή κινητικότητα για χώρα της Ευρωζώνης δείχνουν στη χώρα μας και τα distress funds, δηλαδή επενδυτικοί οργανισμοί που αναζητούν ευκαιρίες, αγοράζοντας και «κουρεύοντας» τα χρέη των επιχειρήσεων και αποκτώντας τον έλεγχό τους.
Μία τέτοια περίπτωση είναι η ίδια η Wind, αφού οι μέτοχοι του Largo Fund έριξαν 420 εκατ. ευρώ, «καθάρισαν» χρέη σχεδόν δύο δισ. ευρώ που είχε η εταιρία στους πιστωτές της και ανέλαβαν τον έλεγχό της, ξαναβγάζοντάς την «καθαρή» στην αγορά.
Ένα παρόμοιο ντιλ ακυρώθηκε την τελευταία στιγμή στην Ενωμένη Κλωστοϋφαντουργία (ΕΝ.ΚΛΩ), όταν Αμερικανικό επενδυτικό σχήμα διεκδίκησε να αγοράσει τα τραπεζικά χρέη της ιστορικής βιομηχανίας ύψους 280 εκατ. ευρώ έναντι 76 εκατ. ευρώ, να καλύψει υποχρεώσεις προς εργαζομένους, ασφαλιστικά ταμεία και προμηθευτές με άλλα 80 εκατ. ευρώ και να αναλάβει την εταιρία με επενδύσεις 40 εκατ. ευρώ.
Οι πληροφορίες από την αγορά για οχλήσεις χρεωμένων ελληνικών επιχειρήσεων από distress funds είναι συνεχείς και εκτιμάται ότι οι εταιρίες, των οποίων οι γραμμές χρηματοδότησης έχουν στερέψει, αργά ή γρήγορα θα περάσουν σε επενδυτές που θα καλύψουν μέρος των χρεών τους. Το
συγκεκριμένο φαινόμενο πάντως αναμένεται να γενικευθεί στην Ευρωζώνη, λόγω της κρίσης χρέους.
ΠΗΓΗ: Το Βήμα