Δευτέρα 6 Φεβρουαρίου 2012

Βροχή τα φοροπρόστιμα με εντολή της τρόικα
Έτσι πρόστιμο 100 ευρώ το μήνα σε κάθε φορολογούμενο που καθυστερεί να υποβάλλει φορολογική δήλωση και επιπλέον πρόστιμο 100 ευρώ για κάθε μήνα καθυστέρησης πληρωμής του φόρου εισηγείται στο υπουργείο Οικονομικών το τεχνικό κλιμάκιο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.
Σύμφωνα με τις προτάσεις των εμπειρογνωμόνων του Ταμείου που περιλαμβάνονται στο πόρισμά του για το φορολογικό σύστημα, το μοντέλο των προστίμων για τη φοροδιαφυγή θα πρέπει να γίνει αυστηρότερο ώστε τα κίνητρα συμμόρφωσης να γίνουν πιο ισχυρά. Στο πλαίσιο αυτό προτείνεται να επιβάλλονται τα ακόλουθα πρόστιμα:
1. Πρόστιμο 100 ευρώ το μήνα για εκπρόθεσμη υποβολή φορολογικής δήλωσης.
Το ΔΝΤ υποστηρίζει ότι το πρόστιμο για την εκπρόθεσμη υποβολή φορολογικής δήλωσης θα πρέπει να είναι ξεχωριστό από το πρόστιμο για την εκπρόθεσμη πληρωμή. Ο διαχωρισμός μεταξύ των δυο προστίμων παρέχει κίνητρο στο φορολογούμενο να πληρώσει εντός της προθεσμίας ακόμα και αν η δήλωση δεν είναι έτοιμη προς υποβολή. Το πρόστιμο θα πρέπει να επιβάλλεται αμέσως μετά τη λήξη της προθεσμίας υποβολής και να προσαυξάνεται στο χρονικό διάστημα που η δήλωση εξακολουθεί να μην υποβάλλεται. Για παράδειγμα αν ένας φορολογούμενος δεν έχει υποβάλει εμπρόθεσμη δήλωση, θα του γνωστοποιείται άμεσα το πρόστιμο εκπρόθεσμης υποβολής με ειδοποίηση και απαίτηση πληρωμής. Για κάθε μήνα θα υπάρχει προσαύξηση εκπρόθεσμης υποβολής, μέχρι ένα ανώτατο ποσό για παράδειγμα 1.000 ευρώ. Το πρόστιμο για την εκπρόθεσμη υποβολή φορολογικής δήλωσης θα πρέπει να είναι ξεχωριστό πρόστιμο από το πρόστιμο για την εκπρόθεσμη πληρωμή.
2. Πρόστιμο 100 ευρώ το μήνα για καθυστέρηση καταβολής του φόρου αλλά και πρόστιμο υπερημερίας ίσο με το 5% του μη καταβληθέντος φόρου για κάθε μήνα σε περίπτωση που το ύψος του απλήρωτου φόρου υπερβαίνει τις 10.000 ευρώ. Πιο συγκεκριμένα το ΔΝΤ προτείνει να καθιερωθεί ένα μηνιαίο πρόστιμο υπερημερίας ορισμένου ποσού για την αντιμετώπιση των καθυστερημένων πληρωμών. Το πρόστιμο αυτό θα λειτουργεί όπως ακριβώς και το πρόστιμο για μη εμπρόθεσμη υποβολή δήλωσης ώστε να υπάρξει κίνητρο για την καταβολή του φόρου όσο το δυνατόν συντομότερα. Προκειμένου το κίνητρο να είναι επαρκές και ισχυρό και για τους φορολογούμενους με υψηλά εισοδήματα θα μπορούσε, ειδικά για τις περιπτώσεις αυτές, να εφαρμοστεί το μηνιαίο πρόστιμο σε συνδυασμό με ένα επιπλέον πρόστιμο υπερημερίας, το οποίο δεν θα προσδιορίζεται μέχρι να διαπιστωθεί το ακριβές ύψος της φορολογικής οφειλής.
Για παράδειγμα:
Φορολογούμενος που δεν καταβάλει φόρο εντός της τεθείσας προθεσμίας θα πρέπει να πληρώσει, κατʼ αρχήν, πρόστιμο ύψους 100 ευρώ το μήνα για την περίοδο κατά την οποία ο φόρος παραμένει απλήρωτος. Το πρόστιμο αυτό θα είναι, δηλαδή, συγκεκριμένο και θα επιβάλλεται ανεξαρτήτως του ύψους του απλήρωτου φόρου.
Αν το ποσό του μη καταβληθέντος φόρου υπερβαίνει τα 10.000 ευρώ, ο φορολογούμενος θα οφείλει επίσης να καταβάλει επιπλέον πρόστιμο υπερημερίας, το οποίο θα ισούται με το 5% του μη καταβληθέντος φόρου για κάθε μήνα μη εμπρόθεσμης πληρωμής του.
Η βεβαίωση του επιπλέον προστίμου υπερημερίας, καθώς και η σχετική ειδοποίηση και απαίτηση αυτού θα πρέπει να γίνεται αφού προσδιοριστεί το ποσό του μη καταβληθέντος φόρου.
3. Επιβολή ειδικού προστίμου για καταβολή σημαντικά χαμηλότερου φόρου. Επιπλέον του προστίμου υπερημερίας θα μπορούσε να διαμορφωθεί ένα διοικητικό πρόστιμο προκειμένου να αντιμετωπισθεί το πρόβλημα της σημαντικής απόκρυψης εισοδημάτων. Σκοπός του προστίμου σημαντικής απόκρυψης εισοδημάτων είναι να μπορούν να χρησιμοποιούνται διοικητικές διαδικασίες για την επιβολή κυρώσεων σε ενέργειες που συνιστούν ίσως φοροδιαφυγή ή φορολογική απάτη, χωρίς να είναι αναγκαία η απόδειξη εγκληματικής πρόθεσης. Το «διοικητικό πρόστιμο» θα αποφεύγει, δηλαδή, κάθε εξέταση «πρόθεσης». Το πρόστιμο θα πρέπει να προσδιορίζεται με βάση τη διαφορά μεταξύ πραγματικών και δηλωθέντων εισοδημάτων, ενώ στις περιπτώσεις που η διαφορά αυτή θεωρείται σημαντική θα πρέπει να είναι σημαντικά υψηλότερο.
Για να γίνει καλύτερα κατανοητό πώς θα μπορούσε να λειτουργήσει το πρόστιμο αυτό παρατίθεται το ακόλουθο παράδειγμα:
Εάν το ποσό του φόρου που εμφανίζεται στη δήλωση είναι χαμηλότερο του ποσού του φόρου που πρέπει να εμφανίζεται, τότε θα επιβάλλεται στον φορολογούμενο πρόστιμο ίσο με το 10% της διαφοράς μεταξύ πραγματικών και δηλωθέντων εισοδημάτων ή 50% αν η απόκρυψη εισοδήματος θεωρείται σημαντική.
Η απόκρυψη εισοδήματος θεωρείται σημαντική αν υπερβαίνει το μικρότερο από τα δύο παρακάτω ποσά:
το 25% του φόρου που πρέπει να εμφανίζεται στη δήλωση ή
τα 10.000 ευρώ.
4. Κυρώσεις παρακράτησης. Για την καθυστερημένη απόδοση παρακρατούμενων φόρων θα μπορούσε να επιβάλλεται ειδικό πρόστιμο, το πρόστιμο παρακράτησης.
Σύμφωνα με την προτεινόμενη ρύθμιση:
- Ο υπόχρεος παρακράτησης φόρου, ο οποίος δεν ενεργεί παρακράτηση φόρου ευθύνεται προσωπικώς για την καταβολή του ποσού που δεν παρακρατήθηκε, αλλά δικαιούται να εισπράξει το ποσό αυτό από τον δικαιούχο της πληρωμής.
- Επιπλέον του ποσού που οφείλει να καταβάλει προσωπικώς ο υπόχρεος που παραλείπει να παρακρατήσει φόρο, πρέπει να καταβάλει και 100 ευρώ για κάθε περίπτωση παράλειψης παρακράτησης του δέοντος ποσού.
- Πρόστιμο 1.000 ευρώ πρέπει να επιβάλλεται στα παρακάτω άτομα:
σε διευθυντικό στέλεχος που γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει την παράλειψη παρακράτησης.
σε αρχιλογιστή ή άλλο ανώτερο στην ιεραρχία στέλεχος που έχει την ευθύνη της επίβλεψης ή του ελέγχου των διαδικασιών παρακράτησης και που γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει την παράλειψη παρακράτησης και δεν την απέτρεψε.
5. Κυρώσεις για μη τήρηση ορθών στοιχείων.
Σύμφωνα με τη ρύθμιση που προτείνεται, ο φορολογούμενος που δεν τηρεί βιβλία και στοιχεία σύμφωνα με την προβλεπόμενη νομοθεσία οφείλει να καταβάλει:
-1.000 ευρώ για την πρώτη παράβαση
-2.000 ευρώ για τη δεύτερη παράβαση εντός της ίδιας τριετίας
-5.000 ευρώ για κάθε επόμενη παράβαση.
6. Κυρώσεις για μη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις ΦΠΑ.
Προτείνεται να επιβάλλονται πρόστιμα σύμφωνα με την ακόλουθη ρύθμιση:
Εάν ένα πρόσωπο ασκεί επαγγελματική δραστηριότητα υπαγόμενη σε ΦΠΑ, χωρίς να έχει εγγραφεί στα μητρώα ΦΠΑ οφείλει να καταβάλει το 100% του πληρωτέου ποσού ΦΠΑ για όλη την περίοδο άσκησης επιτηδεύματος χωρίς εγγραφή στα μητρώα ΦΠΑ.
Εάν ένα πρόσωπο που έχει την υποχρέωση είσπραξης ΦΠΑ εκδώσει ανακριβές τιμολόγιο με σκοπό να επιτύχει τη μείωση του ποσού του φόρου ή την αύξηση του ποσού της έκπτωσης οφείλει να καταβάλει το 100% του ποσού ΦΠΑ για το τιμολόγιο ή επί της συναλλαγής.
Εάν ένα πρόσωπο που έχει την υποχρέωση είσπραξης ΦΠΑ παραλείψει να εκδώσει τιμολόγιο με ΦΠΑ όταν αυτό απαιτείται, υποχρεούται να καταβάλει το 100% του ΦΠΑ που οφείλεται για τη συναλλαγή άνευ τιμολογίου.
Εάν ένα πρόσωπο μη εγγεγραμμένο στα μητρώα για την είσπραξη ΦΠΑ εκδώσει τιμολόγιο με ΦΠΑ οφείλει να καταβάλει το 100% του ΦΠΑ που αναγράφεται στο τιμολόγιο.
ΠΗΓΗ: Ημερησία